- τετρακισεπίπεμπτος
- τετρακισεπίπεμπτοςsuperquintipartientmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τετρακισεπίπεμπτος — ὁ, Α (ενν. λόγιος) αναλογία γεμάτη σφάλματα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τετράκις + ἐπίπεμπτος] … Dictionary of Greek
τετρακισεπιπέμπτου — τετρακισεπίπεμπτος superquintipartient masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)